Γράφει ο Αντώνιος Κ. ΠουγαρίδηςΦοιτητής Τμ. Ηλεκτρονικών Μηχανικών του Πολυτεχνείου Κρήτης
Μέχρι πριν μερικές δεκαετίες, οι απόφοιτοι της Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης κατευθυνόταν προς τα μεγάλα αστικά κέντρα με στόχο τη φοίτηση σε κάποιο Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα. Το κίνητρο, δεν ήταν αποκλειστικά η απόκτηση ενός τίτλου Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Ήταν να ανοίξουν τους ορίζοντες τους, να αντιμετωπίσουν προκλήσεις που δε μπορεί να τους προσφέρει η ελληνική Περιφέρεια. Να αποκτήσουν εμπειρίες ώστε να δουν τι πρόκειται να συναντήσουν στη μετέπειτα εργασιακή τους πορεία. Να ενταχθούν στην κοινωνία ως ενήλικες πλέον, και όχι ως έφηβοι.
Ούτως ή άλλως αυτός είναι ο πρωταρχικός στόχος της Παιδείας. Πρώτα να παράγει ανθρώπους και μετέπειτα να τους εξελίσσει σε επιστήμονες. Βέβαια όλα αυτά τα περί Παιδείας είναι παρεξηγημένα στη νεοελληνική πραγματικότητα..

Πρόσφατα η κοινωνία της Πτολεμαΐδας δέχτηκε με μεγάλη ικανοποίηση, αλλά και αίσθημα δικαίωσης την ίδρυση των πρώτων Τμημάτων ΤΕΙ στην περιοχή. Επιτέλους η Πολιτεία μερίμνησε για τον πολύπαθο αυτό τόπο και έδωσε τέρμα στην αδικία που σημειωνόταν τα προηγούμενα χρόνια σε βάρος της Εορδαίας. Μην ξεχνάμε ότι για αρκετά χρόνια βρισκόμασταν εκτός οποιουδήποτε σχεδιασμού για ίδρυση τμημάτων Πανεπιστημίων και ΤΕΙ από το Υπουργείο Παιδείας, προς όφελος άλλων πόλεων που προφανώς δεν πληρούσαν τους όρους, παρ’ όλα αυτά απολάμβαναν τα προνόμια της λειτουργίας των σχολών που φιλοξενούσαν.
Η παραπάνω είδηση, εν όψει και την αναμονής της άφιξης κι άλλων Τμημάτων, αποτέλεσε τροφή για σκέψη όσο αφορά τη λήψη αποφάσεων σχετικά με τη διαμόρφωση του ελληνικού «ακαδημαϊκού χάρτη». Θέτω τον εξής προβληματισμό, όχι μόνο για εμάς τους Πτολεμαϊδιώτες, αλλά για κάθε ευαισθητοποιημένο πολίτη γύρω από εκπαιδευτικά ζητήματα: «Το θέμα είναι ποιος θα πάρει σχολές ή μήπως γιατί να μοιράσουμε τις σχολές;»
Σε πρώτη φάση δυσφορώ με το ύφος της γλώσσας που χρησιμοποιούμε όταν μιλάμε για τα Πανεπιστήμια μας, στην Ελλάδα του 21ου αιώνα. Τα αντιμετωπίζουμε σαν εμπορεύματα με τελείως απαξιωτικό τρόπο!
Ακολούθως, παρατηρώ πως αυτό το «μοίρασμα», και τα κριτήρια με τα οποία γίνεται, δεν ταιριάζει σε σκεπτόμενους ανθρώπους, όπως τουλάχιστον θέλουμε να φαινόμαστε.
Θα σχολιάσω, όσο το δυνατόν πιο τεκμηριωμένα τις παραπάνω επισημάνσεις. Προφανώς, δεν αποτελούν αιχμές όσον αφορά τα τεκταινόμενα.
Το γεγονός ότι οι διάφοροι υπουργοί Παιδείας στο παρελθόν ίδρυαν Πανεπιστήμια προεκλογικά στις αδύναμες περιφέρειες του εκάστοτε κυβερνώντος κόμματος, δε μας τιμά καθόλου (ως εκλογικό σώμα, και κατά συνέπεια) ως πολίτες. Οφείλουμε να σταματήσουμε τη διαιώνιση αυτού του φαινομένου. Ενός φαινομένου που προκαλεί αμέτρητες πληγές στη χώρα μας, όπως για παράδειγμα πανεπιστήμια που πάσχουν από υποχρηματοδότηση, καθώς οι ιδρυτές τους φρόντισαν να εξασφαλίσουν μέσω κοινοτικών πόρων μόνο τη δημιουργία τους, και όχι τη λειτουργία τους. Προεκλογικά τερτίπια – που έλεγε ο μακαρίτης ο Κακαουνάκης.. Και αυτό συνεπάγεται: φαινόμενα υποβάθμισης της ποιότητας σπουδών και μακροπρόθεσμης απειλής με λουκέτο για το τμήμα. Το ζήτημα δε, έχει πάρει πολύ μεγαλύτερες διαστάσεις από τη στιγμή που μπήκε στη μέση το θέμα με τη «Βάση του 10». Κλείνουν Τμήματα που ενδεχομένως να μην έχουν παράγει ακόμη αποφοίτους!
Από την άλλη, μπορεί να φανταστεί κάποιος, τις συνθήκες κάτω από τις οποίες καλούνται να ανταποκριθούν στις σπουδές τους – για παράδειγμα – οι σπουδαστές στο ΤΕΙ της Σητείας στην Κρήτη. Σ’ ένα ερειπωμένο τμήμα με ελάχιστους φοιτητές, 143 χιλιόμετρα από την διοίκηση του Ιδρύματος στο Ηράκλειο. Η γνώση περιορισμένη, η διεξαγωγή έρευνας πρακτικά αδύνατη λόγω αποστάσεων και κόστους, και φυσικά οι κοινωνικές συναναστροφές των λιγοστών – κυρίως ντόπιων – σπουδαστών, ανύπαρκτες.
Αν γενικεύσουμε τη σκέψη μας, μπορούμε να πούμε ότι τα παιδιά χάνουν την ακαδημαϊκότητά τους. Σημαντική παρατήρηση, καθώς ξεφεύγουμε από την κεντρική ιδέα της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης.
Από οικονομικής άποψης τώρα, το κόστος είναι δυσβάσταχτο για τον Έλληνα φορολογούμενο. Η επικοινωνία των οικονομικών και διοικητικών υπηρεσιών σε κάθε ίδρυμα μεταξύ των πόλεων που το φιλοξενούν (από το πολυδάπανο δίκτυο στους υπολογιστές μέχρι τη mercedes του Πρύτανη(!)), και η πολλαπλότητα βασικών υποδομών όπως βιβλιοθήκες, εστίες, φοιτητικές λέσχες κ.ο.κ. έχουν τεράστιες οικονομικές απαιτήσεις.
Και επανέρχομαι στο ζήτημα της «φοιτητικής ζωής». Ευνόητο είναι πως, άλλες δυνατότητες έχει ένας φοιτητής για παράδειγμα στη Θεσσαλονίκη και άλλες ένας στο Αίγιο. Δεν θεωρώ μεμπτό το σύστημα με τη βάση εισαγωγής. Όμως θεωρώ πρώτον ότι είναι θεμιτή η αποφυγή της ίδρυσης Τμημάτων που δεν θα προτιμηθούν από τους υποψηφίους και προφανώς δεν θα παράγουν πτυχιούχους και δεύτερο και κυριότερο ότι οι ορίζοντες του ενός φοιτητή ανοίγουν δραματικά περισσότερο από τους ορίζοντες του άλλου. Και αυτό αντιτίθεται στην ιδέα της παροχής ίσων – ή παρόμοια ίσων – ευκαιριών σε όλους.
Αυτά και για τους φοιτητές. Πρέπει να τους λαμβάνουμε και αυτούς υπ’ όψη, αφού είναι το επίκεντρο της εκπαιδευτικής διαδικασίας….
Ίσως τελικά βλέπουμε το ζήτημα από λάθος οπτική γωνία. Τα Πανεπιστημιακά Ιδρύματα είναι χώροι μετάδοσης της γνώσης, διεξαγωγής επιστημονικής έρευνας και υγιούς κοινωνικοποίησης των φοιτητών.
Χρειαζόμαστε ως χώρα ένα υγιές πρότυπο για να λύσουμε το πρόβλημα. Σκέφτομαι, δυστυχώς, πως ίσως πρέπει για άλλη μία φορά να ακολουθήσουμε το αμερικανικό μοντέλο. Οι Αμερικανοί, με τον άψογο σχεδιασμό τους, έχουν καταφέρει να δημιουργούν Πανεπιστημιουπόλεις μεγάλου μεγέθους, με δυνατότητα φιλοξενίας πολλών χιλιάδων φοιτητών, οι οποίες προσφέρουν στους φοιτητές και κατ’ επέκταση στην κοινωνία, τα τρία προαναφερθέντα ζητούμενα: μετάδοση γνώσης, διεξαγωγή επιστημονικής έρευνας και υγιή κοινωνικοποίηση, τα δύο πρώτα με άμεση και επιτυχημένη εφαρμογή στη βιομηχανία τους.
Η ελληνική Περιφέρεια έχει ανάγκη να τονωθεί. Και πρέπει να τονωθεί. Η Πολιτεία όμως πρέπει να βρει πρωταρχικά άλλους τρόπους για να την τονώσει. Η Παιδεία δεν είναι το μέσο για την ανάκαμψη των τοπικών οικονομιών. Υπάρχουν άλλοι τρόποι, να είμαστε σίγουροι.
Η αποκέντρωση της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης πρέπει να γίνει ορθολογικά. Με μεγάλα Ιδρύματα σε συγκεκριμένες πόλεις της Περιφέρειας, οι οποίες φυσικά χρειάζονται την αναπτυξιακή ανάσα ή έχουν τα τη φυσιογνωμία και τα χαρακτηριστικά που μπορούν να την αναδείξουν σε Πανεπιστημιούπολη. Τα Ιδρύματα αυτά οφείλουν να είναι συγκροτημένα σωστά, και να έχουν ισχυρές Διοικήσεις και επιστημονικές προοπτικές που θα εξασφαλίζουν όχι μόνο τη λειτουργία τους, αλλά και τη διεύρυνσή τους. Αυτό φυσικά εξαρτάται και από το πόσο φιλελεύθερη θα είναι η λειτουργία τους – σημαντικότατος και αυτός ο παράγοντας.
Καμιά φορά λοιπόν, τα συμφέροντα της ελληνικής κοινωνίας, πρέπει να μας απασχολούν περισσότερο από αυτά των τοπικών κοινωνιών. Το άμεσο κέρδος είναι κάποιες φορές υπερτιμημένο έναντι του μακροπρόθεσμου. Επίσης το προσωπικό έναντι του συλλογικού. Πρέπει σαν γενιά να αποδείξουμε ότι πως δεν είναι στόχος μας το να νοικιάσουμε τη γκαρσονιέρα μας σε ένα φοιτητάκο.
Βέβαια αν προσγειωθούμε στην πεζή πραγματικότητα, σύμφωνα πάντα με την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, η Πτολεμαΐδα μας αξίζει πολλά περισσότερα απ’ αυτά που έχει πάρει. Τα πάλαι ποτέ Καϊλάρια έχουν προσφέρει τόσα πολλά στην ελληνική ενεργειακή «αυτάρκεια», διατελώντας το ενεργειακό της κέντρο για δεκαετίες, που θα μας χρωστάνε για πολλά ακόμη χρόνια.
Κλείνω με την ελπίδα πως οι κύριοι με τις γραβάτες εξ Αθηνών θα ψάξουν να βρουν άλλους τρόπους για να ικανοποιήσουν την κοινωνία μας, και φυσικά να βελτιώσουν τις ζωές μας.



Συμφωνώ με τα παραπάνω γραφόμαινα , θέλω να προσθέσω οτι το δόγμα “κάθε πόλη και πανεπιστήμιο καθε χωριό και ΤΕΙ” έχει και ένα άλλο σκοπό. Οι πολοί φοιτητές μειώνουν εικονικά αριθμιτικά και μόνο αριθμιτικά την ανεργεία. Αυτό εξυπηρετεί την εκάστοτε κυβέρνηση να παρουσιάζει ενα όσο το δυνατόν χαμηλότερο ποσοστό ανεργείας οπότε και σ’αυτήν την περίπτωση μπαίνει στην άκρη η παιδία και επικρατεί το πολιτικό όφελος.
Συμφωνούμε φίλε Χρυσοβέργη…;)
Θα σου πω και κάτι ακόμα… Η ταμπέλα του ΦΟΙΤΗΤΗ που δίνει το σύστημα (aka η κοινωνία) σε κάποιον, μπορεί πολύ εύκολα να καπελώσει την ταμπέλα του ΑΝΑΣΦΑΛΙΣΤΟΥ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥ…. Και αυτό βολεύει…. Μεγάλη συζήτηση ε?
Κάθε σκεπτόμενος άνθρωπος δεν μπορεί παρά να είναι αντίθετος στην άποψη που θέλει σχολές παντού, σε κάθε χωριό και πόλη. Δεν είναι αυτό το ζητούμενο. Οι περισσότεροι έχουν συνηθίσει να βλέπουν την ίδρυση μιας σχολής ως ευκαιρία για να πλουτίσουν, να διασφαλίσουν το μέλλον της περιοχής τους. Από τη μια δε τους αδικώ, γιατι ζουν σε μια χώρα που δεν υπάρχει αναπτυξιακός σχεδιασμός και απαιτούν πράγματα, χωρίς να γνωρίζουν τις συνέπειες. Είναι λάθος όμως να “βιάζεται” η ποιότητα της παρεχόμενης παιδείας γιατί μια περιοχή δεν έχει τις ευκαιρίες να αναπτυχθεί διαφορετικά, γιατί ο τάδε ή ο δείνα πολιτικός θέλει να κερδίσει μερικές εκατοντάδες ψήφους, γιατί η μία ή η άλλη κοινωνία δεν έχει τους κατάλληλους τοπικούς άρχοντες που θα διεκδικήσουν άλλου είδους ανάπτυξη για την περιοχή τους. Κάποιος λοιπόν πρέπει να πάρει το πολιτικό κόστος να μειώσει τις θέσεις στις σχολές και να κλείσει αυτές που εξ αρχής δεν έπρεπε να ανοίξουν. Αυτός ο πραγματικά “γενναίος”, όμως, πρέπει πρώτα να κάνει αλλαγές στην παιδεία από το Δημοτικό και αφού φροντίσει ώστε να υπάρχουν άλλου είδους σχολές (κυρίως τεχνικές και όχι μόνο) γι’αυτούς που δε θα μπουν στο Πανεπιστήμιο. Δεν είναι ανάγκη βρε αδερφέ να γίνουν όλοι γιατροι ή δικηγόροι ή λογιστές κ.λ.π. Πόσους ανέργους πια πρέπει να σπουδάσει αυτή η χώρα;
Όσον αφορά τώρα την Πτολεμαΐδα, χωρίς να ειμαι προκατειλημμένος (λόγω καταγωγής) και λαμβάνοντας ως δεδομένη την ισχύουσα κατάσταση (ότι ιδρύονται σε πολλά μέρη της Ελλάδας σχολές), θεωρώ ότι η Πτολεμαΐδα άξιζε να πάρει σχολές για τους εξής λόγους: α) γιατί σε λίγα χρόνια δε θα υπάρχει ο λιγνίτης και η Πολιτεία όφειλε, εδώ και καιρό, να σκεφτεί ότι κάπως πρέπει να εξασφαλίσει το μέλλον αυτής της πόλης, προκειμένου να αποφευχθεί ο αφανισμός της (οι σχολές είναι μία από τις κινήσεις που θα μπορούσαν να βοηθήσουν σε αυτό, αλλά όχι η πιο σημαντική) β) γιατί πληθυσμιακά ανήκει στις μεγαλύτερες πόλεις της Δυτικής Μακεδονίας, οπότε στα πλαίσια του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας ή του ΤΕΙ Δυτικής Μακεδονίας, θα έπρεπε να είναι μία από τις πρώτες επιλογές για την ίδρυση σχολών και γ) γιατί είναι μια πόλη με βεβαρημένο περιβάλλον και με αυξημένα κρούσματα καρκίνου και επιτέλους η Πολιτεία πρέπει να δείξει ότι είναι γενναιόδωρη απέναντι σε κοινωνίες όπως αυτή της Πτολεμαΐδας που θυσιάζεται για την ηλεκτροδότηση όλης της Ελλάδας (και μάλιστα θυσιάζεται -πράγμα που θεωρώ τραγικό, αλλά έτσι είναι- χωρίς να διαμαρτύρεται σχεδόν κανείς).
Με μεγάλη χαρά πληροφορήθηκα την δημιουργία αυτού του χώρου, ακόμα μεγαλύτερη η χαρά μου, διαβάζοντας έναν διαδικτυακό χώρο ο οποίος προσφέρει ποιότητα συζήτησης, με ορθό ύφος, με ανταλλαγή απόψεων, πόσο μάλλον όταν αυτός ο χώρος έχει να κάνει με θέματα που αφορούν την τοπική κοινωνία της Εορδαίας, έτσι χαιρετίζω την ομάδα του my.eordaia, και εύχομαι να υπάρξει στήριξη στην ομάδα, έστω και μέσα από τα πληκτρολόγια.
Το θέμα της Παιδείας είναι ένα τεράστιο κεφάλαιο για κάθε χώρα, βέβαια στην Ελλάδα πολλά πράγματα μέσα σε αυτά και η πεδία βρέθηκαν να γίνονται χρήση όχι για τον καθαυτό σκοπό της έννοιας, αλλά όπως προείπε ο Αντώνης Πουγαρίδης για άλλους λόγους.
Το Αμερικανικό Μοντέλο δεν είναι το μόνο παράδειγμα, υπάρχουν πιο δυνατά παραδείγματα, όπως το Σοβιετικό, καθώς και τα παλαιότερα μοντέλα, της Γερμανίας, της Γαλλίας, ακόμα και της Τσεχίας, με σχολές που φτάνουν σε σημείο να χαρακτηριστούν μουσεία (βλέπε Carlova Universita Prague)
Στη χώρα μας τώρα, τα πράματα δεν είναι καθόλου εύκολα, τα προβλήματα είναι πολύ καλα μπλεγμένα μεταξύ τους. Ξεκινώντας να οριοθετήσεις ένα πρόβλημα, δεν μπορείς να αντιληφθείς το επόμενο, τι σχέση να έχει άραγε η Παιδεία με την Ναυτιλία, η Παιδεία με την Εξωτερική πολιτική ή με το Δημόσιο χρέος και την Εθνική Άμυνα.
Στο θέμα που διατυπώθηκε, σχετικά με την ύπαρξη ή όχι ΑΕΙ – ΤΕΙ σε κάθε «ραχούλα» της χώρας, η απάντηση μου είναι αρνητική. Με κάλυψαν τα παραπάνω επιχειρήματα, θέτοντας το ερώτημα, θέλουμε δυνατούς Πανεπιστημιακούς πυρήνες?
Στη Περιφέρεια μας, στη Δυτική Μακεδονία πέρα από τον Πυρήνα του ΤΕΙ Κοζάνης, δημιουργήθηκαν παραρτήματα σε Φλώρινα, Καστοριά, Γρεβενά και Πτολεμαιδα. Τα προβλήματα είναι τεράστια, τμήματα των σχολών, όπως το Καλών Τεχνών στη Φλώρινα έψαχναν στέγη σε χωριά της Φλώρινας, το υπουργείο Παιδείας πέταξε το μπαλάκι στους Δήμους (τραγικό) για να λειτουργήσουν κτηριακά οι σχολές. To TEI Πτολεμαΐδας έβγαλε από τις τάξεις του το Τεχνικό Λύκειο. Και άλλα ευτράπελα που θα συναντήσει κανείς στην ακαδημαϊκή επαρχιακή Ελλάδα…
Τελικά πόσο απέχει το Δημοτικό Σχολείο από το ΤΕΙ?
Υπάρχουν αρμόδια όργανα?
Και εφόσον δεν υπάρχουν τότε ποια νομοθεσία καλύπτει αυτού του είδους τις πρωτοβουλίες?
Το γνωρίζουμε πλέον καλά ότι είμαστε μια πτωχευμένη κοινωνία, αν το ξανά δούμε ίσως να κάνουμε λάθος, δεν χάσαμε τίποτα, δεν παράγαμε για να χάσουμε, στόχος μας πρέπει να είναι η αποδοτικότητα, για να καταφέρει η Πεδία και όλες οι Οργανικές δομές του κράτους να γίνουν παραγωγικές, το ΤΕΙ Κοζάνης, θα μπορούσε να λειτουργεί ως ΤΕΙ Κοζάνης – Εορδαίας, με Σιδηροδρομικό δίκτυο το οποίο θα έφερνε σε 15 λεπτά την Πτολεμαΐδα από το ΤΕΙ. Ανάλογα παραδείγματα θα δούμε στην Ευρώπη (Λειψία – Χάλε).
Τέλος θα ήθελα να επισημάνω την ανάγκη στροφής στην κοινωνική πολιτική, μέσω των παραγωγικών δομών της χώρας μας ως μονόδρομο για να μην καταλήξουμε στον τοίχο που ακούσει στο όνομα «Βαλκανιοποίηση της Ελλάδας»
@ Βασιλειάδης Γεώργιος :
Χαίρομαι που συμφωνούμε…Σ’ ευχαριστούμε για τα καλά σου λόγια…
Με τη συμμετοχή όλων στο διάλογο θα βγουν χρήσιμα συμπεράσματα…
Αυτό που θα ήθελα να πω είναι πως, δεδομένης της κατάστασης, δε νομίζω ότι σκοπός πρέπει να είναι να εξειδικεύσουμε τη συζήτηση γύρω απ’ την περιοχή μας… Ούτε να επισημαίνουμε τόσο τις αδυναμίες μας..
Σκοπός, τουλάχιστον έτσι όπως βλέπω εγώ το θέμα, είναι να συμφωνήσουμε για το πως θέλουμε να είναι η περιοχή μας, και κατά συνέπεια η χώρα μας τα επόμενα χρόνια….
Το τελευταίο που είπες είναι το πιο σημαντικό…. Και έχουμε αργήσει να …μεριμνήσουμε !!
Διαβάζοντας το αρχικό κείμενο ( του κ. Πουγαρίδη), δεν άντεξα στον πειρασμό να μην πω την γνώμη μου, μιας και είναι ανοιχτή συζήτηση.
Για τις συμπαθείς ομολογουμένως σκέψεις για το εκπαιδευτικό σύστημα στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, για την κατάσταση που επικρατεί στα περιφερειακά πανεπιστήμια, καθώς επίσης και για την “πεζή πραγματικότητα” της πόλης μας, δεν νομίζω πως έχει νόημα ο όποιος αντίλογος.
Το σίγουρο είναι πάντως πως αυτή την κατάσταση την δημιούργησαν τα κόμματα που έχουν κυβερνήσει την χώρα.
Η απορία μου, ειλικρινά, είναι πως μπορεί κάποιος να κατακρίνει τις πολιτικές σκοπιμότητες των κομμάτων ενώ είναι μέσα σε αυτά.
Αυτή η κατάντια, από ποιους έχει προκληθεί ; ποιους βολεύει ;
Αν απαντηθούν, με την κοινή λογική, αυτές οι ερωτήσεις θα καταλάβουμε και πόσο ουτοπικό είναι να πιστεύουμε ότι θα βελτιωθεί αυτή η κατάσταση, προς όφελος του σπουδαστή, μέσα από αυτήν την πραγματικότητα.
Αν από την άλλη πάλι υπάρχει κάποιος που πιστεύει ότι μπορεί να πολεμήσει το ίδιο το σύστημα από μέσα ; Συγνώμη αλλά η άποψη μου είναι διαφορετική. Διότι έχει τόσες βαθιές ρίζες η διαπλοκή, που για να αλλάξεις ένα καθεστώς πρέπει να ξεριζώσεις ολόκληρο δάσος και να το φυτέψεις από την αρχή. Και φαντάζει πολύ κακόγουστο αστείο το σλόγκαν των αριστερών “είμαστε δυο είμαστε τρεις …είμαστε χίλιοι δεκατρείς “.Διότι ποτέ δεν θα γίνουμε χίλιοι δεκατρείς μέσα σε αυτό το σύστημα, θα παραμείνουμε οι δυο τρεις…
Συμπεραίνω λοιπόν με λύπη μου, ότι νέοι άνθρωποι που δείχνουν να έχουν διάθεση να προσφέρουν την δυναμική και την ενέργειά τους “είναι χαμένοι από χέρι”, στην λαϊκή καθομιλουμένη. Το να διαπιστώνουμε τρωτά στο σύστημα και τους θεσμούς του κράτους είναι, πιστεύω, το εύκολο κομμάτι της υπόθεσης, το δύσκολο είναι να πείσεις με προτάσεις τους λογικά σκεπτόμενους συνανθρώπους σου.